αρριβίστας

αρριβίστας
και -στής, ο (θηλ. -στρια)
αυτός που προσπαθεί να επιτύχει κάποιο σκοπό με κάθε μέσο.
[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στα Ελληνικά ξεν. όρου
πρβλ. γαλλ. arriviste < arriver «φθάνω»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • αρριβισμός — ο η επιδίωξη για γρήγορη ανάδειξη με κάθε μέσο θεμιτό ή μη. [ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στα Ελληνικά ξεν. όρου πρβλ. γαλλ. arrivisme < arriviste (πρβλ. αρριβίστας)] …   Dictionary of Greek

  • Μαμαλάκη, Ζερμαίν — (Βρυξέλλες 1924 –). Λογοτέχνης. Είναι αντιπρόεδρος της Διεθνούς Εταιρείας Λογοτεχνών και έλαβε μέρος σε πολλά συνέδρια ως εκπρόσωπος της Ελλάδας. Έγραψε μυθιστορήματα, ποιήματα, θεατρικά έργα και κριτικές. Σπουδαιότερα έργα της είναι τα Κατοχή… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”